Νεότερες δημοσιεύσεις

Τεχνητές γλυκαντικές ουσίες: επιβλαβείς σε μεγάλες ποσότητες;

Από την εμφάνιση της ζαχαρίνης, της πρώτης τεχνητής γλυκαντικής ουσίας (1879) και τις πολλές επόμενες να ακολουθούν (ασπαρτάμη, ακεσουλφάμη, σουκραλόζη, κυκλαμικό νάτριο, στέβια, νεοεσπεριδίνη και άλλες)  έχουν υπάρξει μελέτες που συσχετίζουν την κατανάλωση τους με αυξημένη επίπτωση σακχάρου, παχυσαρκίας και υψηλών τιμών λιπιδίων στο αίμα, χωρίς ποτέ να καταλήγουν σε αδιαμφισβήτητα αποτελέσματα. Πρόσφατα δημιουργήθηκε θόρυβος από τη συσχέτιση της κατανάλωσης τεχνητών γλυκαντικών ουσιών με τη μεταβολή της χλωρίδας του εντέρου, κάτι που δυνητικά θα μπορούσε να οδηγήσει σε καρκινογένεση, αλλά η σχετική μελέτη αφορούσε ποντικούς και δικαιολογημένα αμφισβητείται η αξία της όσον αφορά στον ανθρώπινο οργανισμό. H Υπηρεσία Φαρμάκων και Τροφίμων των Η.Π.Α. (Food & Drug Administration, FDA) πάντως δέχεται συχνά κριτική επειδή θεωρεί τις παραπάνω ουσίες ασφαλείς ακόμα και σε καθημερινή κατανάλωση σχετικά μεγάλων ποσοτήτων.

Τούτων δοθέντων είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα σχετική μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο γνωστότερο ιατρικό περιοδικό των Βρεττανών παθολόγων (British Medical Journal), σύμφωνα με την οποία η υπερκατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών ουσιών μπορεί να οδηγήσει σε εμφράγματα και εγκεφαλικά επεισόδια, ενοχοποιώντας ιδιαίτερα τρεις συχνά χρησιμοποιούμενες γλυκαντικές ουσίες: την ασπαρτάμη, την ακεσουλφάμη και τη σουκραλόζη.

Η σχετική δημοσίευση προκύπτει από μεγάλη σε αριθμό συμμετεχόντων και πολυετή σε διάρκεια έρευνα των διατροφικών συνηθειών στη Γαλλία, η οποία ξεκίνησε το 2009 και αφορά σε περισσότερους από 100.000 υγιείς Γάλλους πολίτες άνω των 18 ετών, που δέχθηκαν να συμμετέχουν εθελοντικώς, καταγράφοντας διαχρονικά τις διαιτητικές τους συνήθειες καθώς και στοιχεία σχετικά με την άσκηση και τον τρόπο ζωής τους. Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν τα 42 έτη και το 80% είναι γυναίκες.

Στη διάρκεια της μελέτης οι συμμετέχοντες κατέγραφαν περιοδικά τροφές και ποτά, τα οποία και φωτογράφιζαν πριν τα καταναλώσουν! Η ημερήσια κατανάλωση γλυκαντικών ουσιών ήταν από τις βασικές αναφορές στα ερωτηματολόγια της μελέτης, λόγω της μακρόχρονης αντιπαράθεσης σχετικά με την βλαπτική ή όχι επίδραση τους. Περίπου τέσσερις στους δέκα συμμετέχοντες χρησιμοποιούσαν τεχνητές γλυκαντικές ουσίες, με μέση ποσότητα ημερήσιας κατανάλωσης τα 42,5 χιλιοστογραμμάρια. Όσοι κατανάλωναν πάνω από αυτήν την ποσότητα είχαν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο στη διάρκεια της μέχρι τούδε παρακολούθησης συγκριτικά με όσους δεν κατανάλωναν καθόλου γλυκαντικές ουσίες. Συγκεκριμένα παρατηρήθηκαν 346 επεισόδια (έμφραγμα ή εγκεφαλικό) ανά 100.000 άτομα με υψηλή κατανάλωση γλυκαντικών ουσιών συγκριτικά με 316 επεισόδια ανά 100.000 άτομα που δεν κατανάλωναν καθόλου σχετικές ουσίες για κάθε έτος παρακολούθησης. Μεγάλες ποσότητες καθημερινής κατανάλωσης ασπαρτάμης οδήγησαν σε περισσότερα εγκεφαλικά επεισόδια, ενώ υψηλές ημερήσιες καταναλώσεις  ακεσουλφάμης (sweet one) και σουκραλόζης σε περισσότερα εμφράγματα. Διαφορές δεν υπήρξαν σε όσους κατανάλωναν ποσότητες μικρότερες των 42,5 χιλιοστογραμμαρίων ημερησίως.

Το γενικό συμπέρασμα των ερευνητών είναι πως οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες μπορούν να χρησιμοποιούνται άφοβα κατά περίσταση, αλλά η καθημερινή και κατ’ εξακολούθηση χρήση τους σε μεγάλες ποσότητες φαίνεται να επηρεάζει αρνητικά την καρδιαγγειακή υγεία. Είναι δυστυχώς πιθανό να καταναλώνουμε συνθετικά γλυκαντικά εν αγνοία μας, αφού αυτά εμπεριέχονται πολύ συχνά σε κατεργασμένες τροφές, που μπορεί να αγοράσουμε στο super market. Αν τα συμπεράσματα αυτής της μελέτης επιβεβαιωθούν και από επόμενες (συχνά βλέπουμε αντικρουόμενα συμπεράσματα σε έρευνες αυτού του τύπου παρακολούθησης) το “μέτρον άριστον” και στην κατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών ουσιών θα αποδειχθεί σημαντική παράμετρος για τη διαφύλαξη της δημόσιας υγείας. Φτάνει βέβαια τυχόν μείωση της κατανάλωσής των τεχνητών γλυκαντικών ουσιών να μην συνοδεύεται από αύξηση της κατανάλωσης της κλασσικής ζάχαρης,  ενδεχόμενο που θα οδηγούσε σε πολλαπλάσια βλαπτικά αποτελέσματα.

Από τους “Ρυθμούς της Καρδιάς”, διμηνιαία έκδοση του ΕΛΙΚΑΡ

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν μπορεί κανείς να είναι σίγουρος πως η πανδημία αποτελεί παρελθόν. Όσο κυκλοφορεί ο ιός, υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο μεταλλαγής του σε μια πιο επιθετική μορφή ή μια μορφή που δεν επηρεάζεται καθόλου από τα υπάρχοντα εμβόλια, ανοίγοντας ένα νέο κύκλο μετάδοσης.

Επιλέγοντας το αισιόδοξο σενάριο, το τεύχος των Ρυθμών θα φτάσει στα χέρια σας εν μέσω εκτιμήσεων πως ολοκληρώνεται ο κύκλος της πανδημίας του Covid19. Πόσο ίδια ή διαφορετική θα είναι η καθημερινότητα μας όταν η πανδημία θα αποτελεί ανάμνηση; Τι μάθαμε, αν μάθαμε κάτι, στη διάρκεια της, πόσο αλλάξαμε και, τέλος, θα κάναμε κάτι διαφορετικό εφεξής;

Ουδέν κακόν αμιγές καλού…

Η χώρα μας ωφελήθηκε από τις εντυπώσεις που άφησε στη διαχείριση της  πανδημίας, ιδιαίτερα κατά το πρώτο στάδιο, όταν δεν υπήρχε ομοφωνία στους τρόπους αντίδρασης κράτους και κοινωνίας. Η Ελλάδα υιοθέτησε πρωτόγνωρα μέτρα, όπως το καθολικό «lock down», νωρίτερα από άλλες χώρες και σε μια περίοδο, που πολλές φωνές θεωρούσαν τον Covid19 επικίνδυνο όσο και η γρίπη. Η απόφαση υπαγορεύθηκε, σε μεγάλο βαθμό, από τις πανθομολογούμενες αδυναμίες του Ε.Σ.Υ. στην αντιμετώπιση ενός κύματος νοσηλευόμενων, αντίστοιχου με αυτά που γονάτισαν περιοχές και χώρες με πολύ πιο προηγμένα συστήματα υγείας. Σε κάθε περίπτωση πάντως η πασιφανής επιτυχία της αντιμετώπισης της πρώτης φάσης από μια μικρή χώρα, συγκρίθηκε αναπόφευκτα με τοποθετήσεις ηγετών μεγάλων χωρών, όπως επί παραδείγματι του Ντόναλντ Τράμπ στις Η.Π.Α. και ανέδειξε την ελληνική κυβέρνηση ως σώφρονα σε αντίθεση με προσεγγίσεις που αποδείχθηκαν εξωπραγματικές και επικίνδυνες. Η ταυτόχρονη επιδίωξη κολοσσών της ενημέρωσης, όπως το αμερικανικό CNN, να αναδείξουν την ανεπάρκεια του τότε προέδρου των Η.Π.Α, χάρισε στον Έλληνα πρωθυπουργό πολλές συνεντεύξεις, στην διάρκεια των οποίων η Ελλάδα κατοχύρωσε την εικόνα μιας χώρας που αντιμετώπισε με αξιοθαύμαστο τρόπο μια υγειονομική κρίση, την ώρα που μεγάλες χώρες, όπως οι Η.Π.Α., δεν διαχειρίζονταν με τη δέουσα σοβαρότητα. Αυτές οι θετικές εντυπώσεις συνετέλεσαν στην πολύ μεγάλη εισροή τουριστών στη χώρα μας τα καλοκαίρια της πανδημίας, αλλά και στη μεταβολή της εικόνας μας στη διεθνή κοινή γνώμη, που πλέον μας ακολουθεί. Μετά από πολύ καιρό η Ελλάδα προβλήθηκε ως φορέας καλών ειδήσεων και όχι μέσα από εικόνες καταστροφής.

Κι ενώ οι ανεπάρκειες μας, που δεν είναι μόνο αριθμητικές, σε κλίνες μονάδων εντατικής θεραπείας δεν έγινε δυνατό να καλυφθούν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η υστέρηση μας στην ηλεκτρονική εποχή μεταμορφώθηκε σε πρωτοπορία. Οι ανάγκες που δημιούργησε ο περιορισμός των μετακινήσεων αξιοποιήθηκαν στο έπακρο χάρη στις συντονισμένες προσπάθειες κατάλληλων ανθρώπων, με πρώτο τον Υπουργό Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, μεταμορφώνοντας τη χώρα από ουραγό σε πρωτοπόρο της νέας εποχής. Την ώρα που οι Έλληνες πολίτες επέλεγαν εναλλακτικές ημερομηνίες και κέντρα εμβολιασμού από το κινητό τους και ειδοποιούνταν σε αυτό με ηλεκτρονικό μήνυμα, πολίτες μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών ενημερώνονταν ταχυδρομικώς πως έπρεπε να μεταφερθούν χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο κατοικίας τους για να εμβολιαστούν. Η μεταμόρφωση της χώρας όσον αφορά στη διεκπεραίωση πλήθους συναλλαγών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μέσω του διαδικτύου αποτελεί πλέον πολύτιμη παρακαταθήκη με πολλαπλές ωφέλειες τόσο για την καθημερινότητα του πολίτη όσο και για την οικονομία. Θεωρείται άλλωστε σίγουρο πως η ψηφιοποίηση όλο και περισσότερων δραστηριοτήτων θα συνεχιστεί και μετά το τέλος της πανδημίας, καθιστώντας τη χώρα μας παράδειγμα προς μίμηση στον τομέα αυτό.

Αλλαγές συμπεριφορών που θα μας ακολουθούν

          Οι μεταβολές στη καθημερινή μας συμπεριφορά πιθανότατα θα μας επηρεάσουν και στο μέλλον. Θυμάμαι πόσο συμφωνούσα με συνάδελφο και φίλο χειρουργό, ο οποίος απέτρεπε συζύγους και παιδιά να ασπάζονται κατά τις συναντήσεις μας τους χειμερινούς μήνες. Είχε απόλυτο δίκιο επεξηγώντας πως «υπάρχουν και ιώσεις», αλλά μάλλον θεωρείτο ο «περίεργος» της παρέας. Όχι πια! Το πιθανότερο είναι πως θα προσέχουμε πολύ περισσότερο τους τρόπους μετάδοσης των κάθε λογής ιώσεων εφεξής και κάποιοι ευάλωτοι συμπολίτες μας θα μπορούν να φορούν και μάσκα προστασίας σε κλειστούς ή πολυσύχναστους χώρους, χωρίς να αποτελούν αξιοπερίεργο θέαμα.

Η ευκολία της ηλεκτρονικής παραγγελίας για πλείστα αγαθά θα παραμείνει. Έτσι κι αλλιώς η πορεία των πραγμάτων εκεί οδηγούσε, αλλά αναντίρρητα η προσαρμογή όλων μας στη μακρόχρονη πανδημία επιτάχυνε τις σχετικές εξελίξεις. Η επιτάχυνση της προσαρμογής μας στη νέα εποχή αφορά τόσο άτομα, επαγγελματίες όσο και τις επιχειρήσεις. Η πολιτική ηγεσία οφείλει να συντονίσει τη μετάβαση, αυξάνοντας τα δίκτυα επικοινωνίας και συνδράμοντας παράγοντες της οικονομίας, που επιχειρούν το πέρασμα στη νέα εποχή, καθώς και απορροφώντας κατά το δυνατό αρνητικές επιπτώσεις, όπως εκτεταμένες απώλειες σχετικών θέσεων εργασίας. Όλα τα παραπάνω απασχολούν το δημόσιο διάλογο εδώ και καιρό, αλλά η επιτάχυνση των διαδικασιών εν μέσω πανδημίας τα κατέστησε πολύ πιο εμφανή.

Αλλαγές πολιτικών που θα χρειασθούν

Αναφέραμε ήδη πως δεν έγινε δυνατό να καλύψουμε τις ελλείψεις του Ε.Σ.Υ. σε κλίνες εντατικής θεραπείας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η σχετική αδυναμία σε συνδυασμό με τον πλέον γερασμένο πληθυσμό στη χώρα συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές, καθώς και το χαμηλό ποσοστό εμβολιασθέντων οδήγησε σε αυξημένα ποσοστά απωλειών από Covid19. Η πανδημία ανέδειξε την ανάγκη να αυξήσουμε τις κλίνες σε μονάδες εντατικής θεραπείας, κάτι που προϋποθέτει όχι μόνο σχετικούς χώρους και μηχανήματα, αλλά και επαρκώς εκπαιδευμένο νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό που θα τις στελεχώσει. Για το τελευταίο χρειάζονται μεσοπρόθεσμος και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και συνεπάγεται οικονομικό κόστος που πρέπει να αναληφθεί. Αποτελεί όμως κοινό τόπο πως η χώρα μας χρειάζεται να προσεγγίσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο κλινών, αφού υπό κανονικές συνθήκες αυτές δεν επαρκούν τους χειμερινούς μήνες εξαιτίας της γρίπης.  Υπήρξαν μάλιστα και απόψεις που συστήνουν σε χώρες με ανεπτυγμένα συστήματα υγείας να αυξήσουν περισσότερο τις κλίνες εντατικής θεραπείας, δημιουργώντας δηλαδή πλεονάζουσες κλίνες που θα χρησιμοποιηθούν σε μια ενδεχόμενη πανδημία στο μέλλον. Η μεταφορά που χρησιμοποιήθηκε από τον κομιστή της πρότασης, καθηγητή του LSE Ηλία Μόσιαλο, ήταν οι πολεμικές δαπάνες, όπου δαπανώνται τεράστια ποσά για αντιμετώπιση κρίσεων εάν και εφόσον χρειαστεί, προτείνοντας αντίστοιχη αλλά ελάχιστη συγκριτικά, δαπάνη για τη δημιουργία υπεράριθμων κλινών σε μονάδες εντατικής θεραπείας, που θα χρησιμεύσουν σε περίπτωση μελλοντικής πανδημίας.

Η εμπειρία μας με τον Covid19 επιβεβαίωσε τον αναντικατάστατο ρόλο του κράτους στην αντιμετώπιση μειζόνων υγειονομικών κρίσεων τόσο σε χώρες με καθ’ υπεροχή κρατικές δομές υγείας, όπως οι ευρωπαϊκές, όσο και σε χώρες όπως οι Η.Π.Α. με τον ιδιωτικό τομέα να συντονίζεται από τις κρατικές υπηρεσίες. Ανέδειξε επίσης την ανάγκη δημιουργίας υποδομών βασικής περίθαλψης σε χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου, όπου οι δυνατότητες για επιτυχημένα προγράμματα εμβολιασμού είναι περιορισμένες και περιορίζονται ακόμη περισσότερο από τη σχετική οικονομική επιβάρυνση για την προμήθεια των εμβολίων. Η παραμονή μεγάλου μέρους του παγκόσμιου πληθυσμού χωρίς υγειονομική κάλυψη στον ενοποιημένο κόσμο μας μετατρέπει κάθε ιό σε μόνιμη απειλή, αφού τυχόν παραλλαγή του σε μια χώρα της Αφρικής, λόγου χάρη, εκκινεί ένα νέο κύκλο πανδημίας. Αναδεικνύεται λοιπόν η ανάγκη περαιτέρω ισχυροποίησης και οικονομικής ενίσχυσης των σχετικών διεθνών οργανισμών, ώστε να δύναται να αντιμετωπιστούν έγκαιρα και αποτελεσματικά κάθε μελλοντική πανδημία σε οιαδήποτε γωνιά της υφηλίου.

 

 

 

 

 

μήνυμα, πολίτες μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών ενημερώνονταν ταχυδρομικώς πως έπρεπε να μεταφερθούν χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο κατοικίας τους για να εμβολιαστούν. Η μεταμόρφωση της χώρας όσον αφορά στη διεκπεραίωση πλήθους συναλλαγών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μέσω του διαδικτύου αποτελεί πλέον πολύτιμη παρακαταθήκη με πολλαπλές ωφέλειες για εμάς τους πολίτες και την οικονομία. Θεωρείται άλλωστε σίγουρο πως η ψηφιοποίηση όλο και περισσότερων δραστηριοτήτων θα συνεχιστεί και μετά το τέλος της πανδημίας, καθιστώντας τη χώρα μας παράδειγμα προς μίμηση στον τομέα αυτό.

Αλλαγές συμπεριφορών που θα μας ακολουθούν

          Οι μεταβολές στη καθημερινή μας συμπεριφορά πιθανότατα θα μας επηρεάσουν και στο μέλλον. Θυμάμαι πόσο συμφωνούσα με συνάδελφο και φίλο χειρουργό, ο οποίος απέτρεπε συζύγους και παιδιά να ασπάζονται κατά τις συναντήσεις μας τους χειμερινούς μήνες. Είχε απόλυτο δίκιο επεξηγώντας πως «υπάρχουν και ιώσεις», αλλά μάλλον θεωρείτο ο «περίεργος» της παρέας. Όχι πια! Το πιθανότερο είναι πως θα προσέχουμε πολύ περισσότερο τους τρόπους μετάδοσης των κάθε λογής ιώσεων εφεξής και κάποιοι ευάλωτοι συμπολίτες μας θα μπορούν να φορούν και μάσκα προστασίας σε κλειστούς ή πολυσύχναστους χώρους, χωρίς να αποτελούν αξιοπερίεργο θέαμα.

Η ευκολία της ηλεκτρονικής παραγγελίας για πλείστα αγαθά θα παραμείνει. Έτσι κι αλλιώς η πορεία των πραγμάτων εκεί οδηγούσε, αλλά αναντίρρητα η προσαρμογή όλων μας στη μακρόχρονη πανδημία επιτάχυνε τις σχετικές εξελίξεις. Η επιτάχυνση της προσαρμογής μας στη νέα εποχή αφορά τόσο άτομα, επαγγελματίες όσο και τις επιχειρήσεις. Η πολιτική ηγεσία οφείλει να συντονίσει τη μετάβαση, αυξάνοντας τα δίκτυα επικοινωνίας και συνδράμοντας παράγοντες της οικονομίας, που επιχειρούν το πέρασμα στη νέα εποχή, καθώς και απορροφώντας κατά το δυνατό αρνητικές επιπτώσεις, όπως εκτεταμένες απώλειες σχετικών θέσεων εργασίας. Όλα τα παραπάνω απασχολούν το δημόσιο διάλογο εδώ και καιρό, αλλά η επιτάχυνση των διαδικασιών εν μέσω πανδημίας τα κατέστησε πολύ πιο εμφανή.

Αλλαγές πολιτικών που θα χρειασθούν

Αναφέραμε ήδη πως δεν έγινε δυνατό να καλύψουμε τις ελλείψεις του Ε.Σ.Υ. σε κλίνες εντατικής θεραπείας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η σχετική αδυναμία σε συνδυασμό με τον πλέον γερασμένο πληθυσμό στη χώρα συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές, καθώς και η παραμονή ικανού αριθμού ανεμβολίαστων συμπολιτών μας οδήγησε σε αυξημένα ποσοστά απωλειών από Covid19. Η πανδημία ανέδειξε την ανάγκη να αυξήσουμε τις κλίνες σε μονάδες εντατικής θεραπείας, κάτι που προϋποθέτει όχι μόνο σχετικούς χώρους και μηχανήματα, αλλά και επαρκώς εκπαιδευμένο νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό που θα τις στελεχώσει. Το τελευταίο χρειάζεται μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και συνεπάγεται οικονομικό κόστος που πρέπει να αναληφθεί. Αποτελεί όμως κοινό τόπο πως η χώρα μας χρειάζεται να προσεγγίσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο κλινών, αφού σε συνήθεις συνθήκες αυτές δεν επαρκούν τους χειμερινούς μήνες εξαιτίας της γρίπης.  Υπήρξαν μάλιστα και απόψεις που συστήνουν σε χώρες με ανεπτυγμένα συστήματα υγείας να αυξήσουν έτι περαιτέρω τις κλίνες εντατικής θεραπείας, δημιουργώντας δηλαδή κλίνες που δεν χρειάζονται σε συνήθεις συνθήκες, ώστε να μπορεί να αντιμετωπιστεί μια ενδεχόμενη πανδημία στο μέλλον. Η μεταφορά που χρησιμοποιήθηκε από τον κομιστή της πρότασης, καθηγητή του LSE Η. Μόσιαλο, ήταν οι πολεμικές δαπάνες, όπου δαπανώνται τεράστια ποσά για αντιμετώπιση κρίσεων όταν και αν χρειαστεί, προτείνοντας αντίστοιχη αλλά ελάχιστη συγκριτικά, δαπάνη για τη δημιουργία υπεράριθμων κλινών σε μονάδες εντατικής θεραπείας, που θα χρησιμεύσουν σε περίπτωση μελλοντικής πανδημίας.

Η εμπειρία μας με τον Covid19 επιβεβαίωσε τον αναντικατάστατο ρόλο του κράτους στην αντιμετώπιση μειζόνων υγειονομικών κρίσεων τόσο σε χώρες με καθ’ υπεροχή κρατικές δομές υγείας, όπως οι ευρωπαϊκές, όσο και σε χώρες όπως οι Η.Π.Α. με τον ιδιωτικό τομέα να συντονίζεται από τις κρατικές υπηρεσίες. Ανέδειξε επίσης την ανάγκη δημιουργίας υποδομών βασικής περίθαλψης σε χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου, όπου οι δυνατότητες για επιτυχημένα προγράμματα εμβολιασμού είναι περιορισμένες και περιορίζονται έτι περαιτέρω από τη σχετική οικονομική επιβάρυνση για την προμήθεια των εμβολίων. Η παραμονή μεγάλου μέρους του παγκόσμιου πληθυσμού χωρίς υγειονομική κάλυψη στον ενοποιημένο κόσμο μας μετατρέπει κάθε ιό σε μόνιμη απειλή, αφού τυχόν παραλλαγή του σε χώρα της Αφρικής, πχ, εύκολα μεταδίδεται παντού, εκκινώντας ένα νέο κύκλο πανδημίας. Αναδεικνύεται λοιπόν η ανάγκη περαιτέρω ισχυροποίησης και οικονομικής ενίσχυσης των σχετικών διεθνών οργανισμών, ώστε να δύνανται να αντιμετωπίσουν έγκαιρα και αποτελεσματικά κάθε μελλοντική πανδημία σε οιαδήποτε γωνιά της υφηλίου.

 

 

 

 

 

Προκαταρτικά στοιχεία που δημοσιεύονται στο N Engl J Med και αφορούν σε πληθυσμό εργαζομένων σε νοσοκομεία της Σκωτίας υποδηλώνουν πως όσοι έχουν εμβολιαστεί (με εμβόλια των Astra και Pfizer) έχουν πολύ χαμηλότερη πιθανότητα μετάδοσης του COVID19.

Μελετήθηκαν 194.362 μέλη από 92.470 νοικοκυριά εργαζομένων μεταξύ Μαρτίου και Νοεμβρίου 2020, συγκρίνοντας την περίοδο προ εμβολιασμού, 14 ημέρες μετά την πρώτη και 14 ημέρες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου.

Η πιθανότητα μετάδοσης μειώθηκε κατά 30% μετά την πρώτη και κατά 54% μετά τη δεύτερη δόση με ανάλογη μείωση της ανάγκης νοσηλείας των μελών των νοικοκυριών, που νόσησαν.

Από τη συνεργασία του CDC (Centers for Disease Control and Prevention) με επτά διαφορετικούς οργανισμούς παροχής υγείας στις Η.Π.Α. προέκυψε το VISION, ένα δίκτυο αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας του εμβολιασμού στο σύνολο του πλυθησμού και σε πραγματικές συνθήκες, εκτός δηλαδή των κλινικών μελετών.

Τα αποτελέσματα δημοσιεύονται στο πλέον προβεβλημένο ιατρικό περιοδικό, το N Engl J Med  και αφορούν σε ασθενείς με λοίμωξη από κορωνοιό που είτε απευθύνθηκαν σε υγειονομικές δομές παροχής πρώτων βοηθειών είτε χρειάστηκε να νοσηλευθούν από την αρχή του έτους έως και τις 22 Ιουνίου 2021. Βρέθηκαν 4321 ασθενείς με σχετική συμπτωματολογία και θετικό pcr τεστ, που νοσηλεύθηκαν και 3251 που επισκεύθηκαν επειγόντως εξωτερικά ιατρεία, χωρίς τελικώς να νοσηλευθούν.

Η αποτελεσματικότητα των mRNA εμβολίων ήταν 89% στην αποφυγή νοσηλείας, 90% στην αποτροπή παραμονής σε μονάδα εντατικής θεραπείας και 91% στην αποφυγή προσφυγής σε εξωτερικά ιατρεία. Η αντίστοιχη αποτελεσματικότητα για όσους είχαν λάβει μόνο την πρώτη δόση ήταν 54% όσον αφορά νοσηλείες και 68% ΄σον αφορά αποφυγή προσφυγής σε επείγοντα εξωτερικά ιατρεία.

Η προστασία παρέμενε εξαιρετικά υψηλή και όσον αφορά στις ομάδες υψηλού κινδύνου (81-95% αποφυγή νοσηλείας σε άτομα μεγαλύτερα των 85 ετών) και δεν μειώθηκε έως και 112 ημέρες μετά την δεύτερη δόση (μέγιστο χρονικό διάστημα που ήταν εφικτό να αναλυθεί σε αυτήν την μελέτη).

Το εμβόλιο της Pfizer που χρησιμοποιήθηκε για τον μαζικό εμβολιασμό των πολιτών του Ισραήλ αποδεικνύεται εξαιρετικά ασφαλές σε ανάλυση που καταγράφει τις παρενέργειες που παρουσιάστηκαν.

Η ανάλυση αφορά σε 884.828 πολίτες και ανέδειξε ως συχνότερη αξιόλογη παρενέργεια την μυοκαρδίτιδα σε πολύ μικρή αναλογία, 2,7 επεισόδια ανά 100.000 εμβολιασμένους ισραηλινούς πολίτες. Οι επόμενες παρενέργειες αφορούσαν σε λεμφαδενοπάθεια, καθόλου ασυνήθης μετά από εμβολιασμό (78 επεισόδια ανά 100.000 εμβολιασμένους), σκωληκοειδίτιδα (παρουσιάστηκε συχνότερα σε εμβολιασμένους πολίτες από τον μέσο πληθυσμό, με αποτέλεσμα να θεωρείται υπεύθυνο το εμβόλιο για 5 περιπτώσεις ανά 100.000 εμβολιασμένους) και λοίμωξη με έρπητα ζωστήρα σε 15,8 περιπτώσεις ανά 100.000 εμβολιασμένους.

Πρόκειται για την πλέον εμπεριστατωμένη σχετική μελέτη σε ένα από τα μεγαλύτερα ιατρικά περιοδικά με παρενέργειες εξαιρετικά σπάνιες, σαφώς πολύ σπανιότερες από τα περισσότερα φάρμακα, αλλά και από πολλά εμβόλια. Με δεδομένη τη μεταδοτικότητα της παραλλαγής Δέλτα, είναι πλέον ορατό το ενδεχόμενο να αποκτήσουμε σχεδόν όλοι ανοσία είτε χάρις στον εμβολιασμό είτε νοσώντας. Η ύπαρξη ιδιαίτερα αποτελεσματικών και εξαιρετικά ασφαλών εμβολίων κάνει το δεύτερο ενδεχόμενο ασύμφορο σε προσωπικό επίπεδο. Σε επίπεδο συλλογικής άμυνας εξάλλου ο εμβολιασμός, ακόμα και όσων νοιώθουν (αλλά δεν είναι) άτρωτοι, όπως συμβαίνει συχνά σε νεαρές ηλικίες, αποτελεί πράξη προστασίας των πιο ευάλωτων συνανθρώπων μας.

123..
«
»